Η επίθεση των χρυσαυγιτών στην ΕΣΗΕΑ κατά την εκδήλωση του Παρατηρητηρίου του Ελσίνκι και του “Κόμματος Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας” της Θράκης, πέρα από το γεγονός πως συνιστά μια ακόμη “παράσταση” του νεοναζιστικού θιάσου προσφέρεται για χρήσιμα συμπεράσματα, πολύ μακριά από τις βολικές ή διανοουμενίστικες προσεγγίσεις του σοβαρού αυτού ζητήματος, που τέμνει όλους τους πολιτικούς χώρους.

Οι νεοναζί -και με την αίρεση της αστυνομικής προστασίας που ζητήθηκε και καταγγέλλεται ότι δεν δόθηκε στην εκδήλωση- απλώς “είδαν φως και μπήκαν”  αφού εδώ και καιρό έχουν αντιληφθεί ότι τα θέματα της Θράκης προσφέρονται για πατριδοκαπηλεία και ασχολούνται με αυτά όχι τόσο για να συνεγείρουν κάποιον στη Θράκη -όπου η ένταξη του καθενός είναι δεδομένη- όσο για να διεγείρουν το “αντιτουρκικό” θυμικό όλης της χώρας, με τους τραμπουκισμούς απέναντι στη μειονότητα,  που στην κυρίαρχη ρητορική όλων αυτών είναι ένα “τουρκικό πράγμα”.

Το ρητορικό περιτύλιγμα υπήρχε ήδη πριν τη ΧΑ

Βέβαια, το μονοπάτι στο οποίο βαδίζουν προϋπάρχει καθώς η Χ.Α. δεν κάνει κάτι λιγότερο ή περισσότερο από το να μεταχειρίζεται τα “τοτέμ” και τα “ταμπού” που δημιούργησαν άλλες πολιτικές δυνάμεις εδώ και χρόνια ώστε να εκμεταλλεύονται τις βολικές και εξωτικές εκδοχές της πραγματικότητας στη Θράκη, και ευνοούν την ύπαρξη “σωτήρων” που φτιάχνουν πολιτικές καριέρες και περιουσίες με πρόσχημα τους “εθνικούς κινδύνους”.

Άλλοι έχουν προλάβει να δαιμονοποιήσουν το ΚΙΕΦ, να του προσδώσουν μεγαλύτερη σημασία και απήχηση από αυτή που έχει, έναν ακόμη ανάμεσα στους “βολικούς εχθρούς” που ταυτίζονται με την Τουρκία και άρα προσφέρονται για εύπεπτη “πατριωτική” ρητορεία, χωρίς όμως ποτέ να έχει απαντήσει κανείς στα άλυτα ζητήματα της μειονότητας. Αυτά που αφορούν στην εκπαίδευση, στη θρησκευτική ηγεσία, στη Σαρία και στη βακουφική περιουσία (που μαρτυρά αυτό ακριβώς το “παρακράτος” όταν κάποιος αναζητά να βρει ποιοι την εκμεταλλεύονται έναντι πινακίου φακής) πολύ πριν φτάσουμε στο θέμα του προσδιορισμού. Σε ένα φαύλο κύκλο, όπου τα άλυτα ζητήματα τροφοδοτούν τη ρητορική των διεκδικήσεων της μειονότητας και άρα βολεύουν τους ακραίους και στις δύο πλευρές.

Ποιος να μιλήσει για νηφαλιότητα

Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν υπάρχουν νηφάλιες φωνές για να αντιπαρέλθουν αυτή τη ρητορική και χωρίς να ξεχνάμε ότι τα τελευταία φοβικά και αντιδραστικά νομοθετήματα για τη μειονοτική εκπαίδευση ψηφίστηκαν από την Κυβέρνηση Σαμαρά με τις ψήφους της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ, ελλείψει άλλων συμμάχων (σημειωτέον ότι εφαρμόζονται μέχρι σήμερα). Και πως να υπάρξουν νηφάλιες φωνές όταν και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που σήμερα διαθέτει μια ηγεσία με παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη μειονότητα ακροβατεί με πολλές τάσεις στο εσωτερικό της, όπως διαχρονικά τα κόμματα εξουσίας: Μια νηφάλια που προφανώς απηχεί τις θέσεις της ηγεσίας, μια “πονηρή” που χρησιμοποιεί το μειονότητα ως “φόβητρο” για να δικαιολογήσει την πολιτική επιβίωση όσων αισθάνονται πολιτικά ασταθείς αλλά και μια τρίτη που μεταχειρίζεται τον “άξονα του κακού”  για να εξυπηρετήσει τις πολιτικές ανασφάλειες στελεχών της και επίκαιρα συμφέροντα. Δεν πάει πολύς καιρός που το κόμμα της ΝΔ αλληλοσπαρασσόταν για την διαδοχή του Περιφερειάρχη στην περιοχή, με επίδικο – δημοσίως- ποιος είχε ή όχι εξασφαλίσει τη συμφωνία του Τουρκικού Προξενείου, αυτού δηλαδή που δαιμονοποιείται παραδοσιακά για να εξηγηθεί η εκλογική απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν όμως το “κακό” και “τουρκόφιλο” ΚΙΕΦ στις εκλογές του 2014 που ταυτιζόταν με τα εκλογικά τμήμα της μειονότητας, όπου υπερψηφίστηκαν οι αυτοδιοικητικοί συνδυασμοί της ΝΔ, όπως συνέβαινε στο παρελθόν με το ΠΑΣΟΚ ή θα συμβεί στο μέλλον με το ΣΥΡΙΖΑ αν δεν επαναλάβει τη «γκάφα» του 2014.

Για κάθε εθνικολαϊκιστή υπάρχει ένας mainstream ακροδεξιός

Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι τι ψηφίζουν κάποιοι Έλληνες πολίτες, ούτε αν διεκδικούν δικαιώματα όταν θεωρούν ότι υπόκεινται σε αρνητικές διακρίσεις. Το πρόβλημα είναι αυτοί που μεταχειρίστηκαν ανεύθυνα τα μειονοτικά ζητήματα εδώ και δεκαετίες, που ανέδειξαν ένα εσωτερικό ζήτημα σε διμερή διαφορά με την Τουρκία για να γίνουν αρεστοί στο υπερσυντηρητικό ακροατήριο. Με τη διαφορά ότι σήμερα υπάρχουν κάποιοι σαν τους χρυσαυγίτες που μπορούν να υπερβούν αυτή την εθνικολαϊκιστική ρητορική με μια απροκάλυπτα ακροδεξιά και φασιστική για να προσεγγίσουν το ίδιο ακροατήριο πιο αποτελεσματικά. Και όσο και αν κάποιοι προσπαθούν να υπερβάλλουν για να τραβήξουν την προσοχή, το «γνήσιο» πάντα κερδίζει το «ημιτασιόν» όταν μιλάμε για την ακροδεξιά.

Η εργαλειακή μεταχείριση της μειονότητας, που κυριαρχεί στις «εθνικές πολιτικές» είναι αυτή που προσέφερε στους νεοναζί ένα ακόμη πεδίο για να εκδηλώνουν ανέξοδες «κορώνες» και άρα το ζήτημα αφορά το πολιτικό σύστημα καθώς ο πυρήνας της επιχειρηματολογίας έχει διατυπωθεί από άλλες πολιτικές δυνάμεις με την ίδια ωφελιμιστική ιδιοτέλεια.

Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmailcom